Οι γυναίκες συχνά μας αντιμετωπίζουν ως υποδεέστερα όντα με ένα φοβερό επιχείρημα: «Οι άνδρες δεν γεννάτε. Να ’ξερες τι σημαίνει ο πόνος της γέννας!» Ε λοιπόν εδώ και λίγα χρόνια μπορώ να πω πως ξέρω. Όχι, δεν άλλαξα φύλλο, ούτε με γονιμοποίησαν εξωγήινοι. Γέννησα κανονικά. Δεν με πιστεύετε; Ακούστε λοιπόν.
Όλα άρχισαν κάποια στιγμή ένα φθινόπωρο. Ήμουν σε ένα συνέδριο στη βόρεια Ιταλία και μετά από ένα ωραίο δείπνο με σχετική οινοποσία, έπεσα για ύπνο. Στην μέση της νύχτας ξύπνησα με έναν πόνο στη μέση. «Θα στραβοκοιμήθηκα» σκέφτηκα. «Σήκωσα κι εκείνη την πεντάβαρη βαλίτσα …». Αφού στριφογύρισα μερικές φορές στο κρεβάτι με πήρε πάλι ο ύπνος. Την άλλη μέρα λίγο πριν αρχίσω την παρουσίασή μου, ο πόνος ξανάρθε. «Η υπερένταση θα ’ναι» ξανασκέφτηκα. «Μου βγαίνει και το άγχος της δουλειάς.» Ο πόνος ήταν ενοχλητικός μεν αλλά όχι ανυπόφορος. Τελείωσα την παρουσίαση, πέρασε και ο πόνος και τον ξέχασα. Αλλά στις αρχές του χειμώνα, σε μιαν άλλη παρουσίαση, στην Αθήνα αυτή τη φορά, ο πόνος ξανάρθε, λίγο πιο έντονος. «Σίγουρα η υπερένταση και το άγχος, δεν μπορεί να ’ναι τίποτα άλλο» ήταν η τελεσίδικη γνωμάτευσή μου. Που να ’ξερα ότι το «παιδί» είχε αρχίσει να κουνάει και γι’ αυτό πόναγα. Και πως η ώρα της «γέννας» πλησίαζε …
Μερικά ακόμη επεισόδια τα απέδωσα πάλι στο άγχος. Μέχρι που ήρθε μέρα της «γέννας». Βέβαια εγώ σαν κάτι έφηβες που βλέπουν να φουσκώνει η κοιλιά τους και κάνουν δίαιτα γιατί νομίζουν πως παχαίνουν, δεν πήγαινε ο νους μου στο κακό. Έτσι πήγα κανονικά στη δουλειά μου το πρωί, συμμετείχα στις προγραμματισμένες συσκέψεις, πήγα για φαΐ το μεσημέρι με έναν φίλο … κι εκεί ήρθε ο πρώτος πόνος της «γέννας». Μου κόπηκε η ανάσα, τα πόδια μου έγιναν βραστά μακαρόνια, το αίμα έφυγε από το πρόσωπό μου. Με δυσκολία σηκώθηκα και ξαναγύρισα στο γραφείο μου. Εκεί δεύτερος σπασμός, ακόμη πιο επώδυνος. Δεν ούρλιαξα όπως η γυναίκα μου στις γέννες της αλλά, κυρίες μου σας κατάλαβα στα τρίσβαθα του είναι μου.
Ευτυχώς μια συνάδελφος με συνόδευσε στο ιατρείο της υπηρεσίας. Δυο παυσίπονα δεν έφεραν αποτέλεσμα κι έτσι εκλήθη το ασθενοφόρο. Με πήγαν στο κοντινότερο δημοτικό νοσοκομείο. Στα επείγοντα. Με περιέλαβαν οι γιατροί ενώ ο πόνος συνεχιζόταν, όχι βέβαια διακοπτόμενος όπως στις κανονικές γέννες αλλά συνεχής. Με έβαλαν σε ορό. Με πέρασαν από ακτίνες και υπέρηχους. Κατέληξα σε ένα θάλαμο. Διάγνωση – πέτρα στο νεφρό! Κι εγώ που νόμισα προς στιγμήν ότι γεννούσα … ενώ υπέφερα από κολικό του νεφρού!
Όμως τα πράγματα δεν τελείωσαν εκεί. Ο πόνος, παρά τα παυσίπονα συνέχιζε, κάπως πιο ήπιος βέβαια, αλλά συνέχιζε. Τέσσερις μέρες στο νοσοκομείο κακοκοιμήθηκα. Φάρμακα, οροί, απειλές. «Αν δεν την γεννήσεις σε μια βδομάδα», απεφάνθη ο γιατρός, «θα ξανάρθεις να σου βάλουμε καθετήρα. Κι αν δεν βγει κι έτσι, τότε πάμε για λιθοτριψία …» Γύρισα σπίτι ράκος. Άρχισα τους μακρινούς περιπάτους, τα πολλά νερά, τα επί τόπου πηδηματάκια. Μέχρι που κάποια στιγμή, κι ενώ περπατούσα, αισθάνθηκα μιαν ανακούφιση. «Έλα να με πάρεις» τηλεφώνησα στη γυναίκα μου. Και στο σπίτι, ξεγέννησα, μάλλον κατούρησα, το παιδί – ένα μαυριδερό κουκουνάρι! Δυστυχώς δεν το πήρα φωτογραφία, ούτε και το έβαλα στην κούνια. Το πήρε ο γιατρός γι’ ανάλυση και δεν το ξανάδα.
Λοιπόν σας διαβεβαιώ – γέννησα. Και από τότε κυρίες μου σας καταλαβαίνω και σας συμπονώ πλήρως. Αν μάλιστα είχα γεννήσει νωρίτερα ίσως έκανα και λιγότερα παιδιά με τη γυναίκα μου. Όσο για τον πόνο, τον φοβερό κολικό του νεφρού, σας δηλώνω πως δεν τον εύχομαι ούτε στους εχθρούς μου.
11 Νοεμβρίου 2006
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)