(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Χανιώτικα Νέα στις 12 Ιανουαρίου 2016 στη στήλη Προστασία του Πολίτη και Καθημερινότητα-231)
Ένα από τα μεγαλύτερα θέματα δημόσιας αντιπαράθεσης στην Ελλάδα είναι σήμερα η νέα νομοθεσία με την οποία επεκτάθηκε το σύμφωνο συμβίωσης. Με τις τροποποιήσεις που ψήφισε πρόσφατα η Βουλή προβλέπεται πλέον η δυνατότητα σύναψης συμφώνου συμβίωσης και για άτομα του ιδίου φύλου.
Η νέα ρύθμιση δεν εξομοιώνεται βέβαια με «γάμο». Όπως αναφέρει σε σχετική ανάρτηση στο διαδίκτυο ο δικηγόρος Βασίλης Σωτηρόπουλος (elawyer.blogspot.com) το σύμφωνο συμβίωσης είναι εντελώς διαφορετικός θεσμός από κοινωνική και πολιτισμική άποψη. Δεν συνάπτεται σε δημαρχείο ή σε εκκλησία αλλά με συμβολαιογραφική πράξη και για την σύναψη του απαιτείται πλήρης δικαιοπρακτική ικανότητα. Σε αντίθεση με τον γάμο δεν προβλέπεται προσθήκη του επωνύμου στο επώνυμο του αντισυμβαλλόμενου ενώ για την λύση του δεν απαιτείται αμετάκλητη δικαστική απόφαση αλλά απλή συμβολαιογραφική πράξη. Τέλος, στο σύμφωνο δεν αναγνωρίζονται δικαιώματα γονικής μέριμνας ή επιμέλειας τέκνων και δεν ισχύουν ευνοϊκές διατάξεις φορολογικού δικαίου.
Η αλλαγή της νομοθεσίας χαιρετίστηκε ως μεγάλη πρόοδος από τους υποστηρικτές της συμβίωσης ατόμων του ιδίου φύλου. Παράλληλα όμως ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στους κύκλους της ορθόδοξης εκκλησίας και άλλων συντηρητικών κύκλων από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Οι περισσότερες αντιδράσεις στηρίζονται στο επιχείρημα ότι νομιμοποιούνται «μη φυσιολογικές» ή «ανώμαλες» σχέσεις, οι οποίες είναι μάλιστα και «κόντρα στη φύση» αφού «ούτε τα ζώα δεν έχουν τέτοιες διαθέσεις ...».
Δυστυχώς, για τους φανατικούς, η επιστημονική έρευνα έχει αποφανθεί ότι το φαινόμενο των ομοφυλοφιλικών σχέσεων είναι διαδεδομένο στη φύση. Τέτοιες σχέσεις παρατηρούνται στις πάπιες, τους κύκνους και τους πιγκουίνους αλλά και στα δελφίνια, τους ελέφαντες, τις καμηλοπαρδάλεις και σε πολλά είδη πιθήκων. Μερικά ομόφυλα ζεύγη πουλιών προχωρούν μάλιστα σε κλοπές αυγών τα οποία κλωσούν και στη συνέχεια ανατρέφουν μαζί τα πουλιά που γεννιούνται … Έχουν επίσης παρατηρηθεί και τριγωνικές σχέσεις με δύο αρσενικά και ένα θηλυκό.
Όσον αφορά τον άνθρωπο, οι έρευνες του αμερικάνου Άλφρεντ Κίνζι (Kinsey) σχετικά με την σεξουαλική συμπεριφορά ανδρών και γυναικών έθεσαν για πρώτη φορά το 1948 και το 1953 αντίστοιχα το ζήτημα σε επιστημονική βάση. Ο Κίνζι πήρε συνεντεύξεις από 5.300 άνδρες και 6.000 περίπου γυναίκες και κατέληξε, μεταξύ άλλων, και στην δημιουργία μιας κλίμακας, για τον σεξουαλικό προσανατολισμό ανδρών και γυναικών. Η κλίμακα Κίνζι ξεκινά από το 0, που αντιστοιχεί σε αποκλειστικά ετεροφυλόφιλο άτομο, και φτάνει μέχρι το 6 που αντιστοιχεί σε άτομο αποκλειστικά ομοφυλόφιλο. Ο Κίνζι χρησιμοποίησε και έναν επιπλέον βαθμό για την ασεξουαλικότητα.
Με την πάροδο των ετών οι πρώτες αυτές έρευνες αν και υπέστησαν αρκετές κριτικές δεν αμφισβητήθηκαν στο σύνολό τους αλλά συμπληρώθηκαν για να συμπεριλάβουν διάφορες πτυχές της σεξουαλικής ταυτότητας του κάθε ατόμου. Όμως, μέχρι σήμερα οι επιστήμονες, αν και αναγνωρίζουν τη διαβάθμιση και την ποικιλία των σεξουαλικών προσανατολισμών δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία όσον αφορά τις αιτίες που διέπουν τα φαινόμενα αυτά.
Έχει υποστηριχτεί ότι η ομοφυλοφιλική συμπεριφορά μπορεί να οφείλεται σε γενετικές, ορμονικές ή ακόμη και περιβαλλοντικές επιδράσεις. Ωστόσο, από τις επιστημονικές έρευνες δεν έχουν προκύψει μέχρι σήμερα αδιαμφισβήτητα συμπεράσματα. Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής ανέφερε το 2004 ότι «οι μηχανισμοί ανάπτυξης ιδιαίτερου σεξουαλικού προσανατολισμού παραμένουν ασαφείς, αλλά από τις υφιστάμενες δημοσιεύσεις και τα συμπεράσματα των περισσότερων ερευνητών προκύπτει ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός του ατόμου δεν αποτελεί επιλογή - δηλαδή τα άτομα δεν επιλέγουν να είναι ομοφυλόφιλοι ή ετεροφυλόφιλα».
Και η Αμερικανική Ένωση των Ψυχιάτρων δήλωνε το 2013 ότι «κανείς δεν γνωρίζει τι προκαλεί την ετεροφυλοφιλία, την ομοφυλοφιλία ή την αμφιφιλία. Η ομοφυλοφιλία εθεωρείτο κάποτε ως αποτέλεσμα διαταραγμένης οικογενειακής δυναμικής ή προβληματικής ψυχολογικής ανάπτυξης. Σήμερα, οι εν λόγω υποθέσεις είναι σαφές ότι είχαν στηριχτεί σε κακή πληροφόρηση και προκαταλήψεις».
Όσον αφορά λοιπόν την φυσιολογική πλευρά του φαινομένου είναι προφανές ότι δεν υπάρχει τίποτα το «ανώμαλο» ή το «μη φυσιολογικό» στην πολυποίκιλη έκφραση της ανθρώπινης σεξουαλικότητας. Υπάρχει όμως και η κοινωνική πλευρά. Οι ανθρώπινες κοινωνίες έχουν αναπτύξει διάφορους κώδικες με βάση τους οποίους αποδέχονται ή απορρίπτουν ορισμένες συμπεριφορές. Οι αποδεκτές συμπεριφορές εκφράζουν πάντα την υπέρτατη ανάγκη για διαιώνιση και την προστασία του είδους καθώς και την θέληση της πλειοψηφίας ή της εκάστοτε εξουσίας. Και έχουν παραδοσιακά κατοχυρωθεί στις θρησκευτικές και τις νομικές μας παραδόσεις.
Όμως πολλά από τα στεγανά που υπήρχαν κάποτε, σταδιακά καταργούνται. Οι κοινωνίες μας έρχονται σε επαφή με άτομα από άλλες φυλές και θρησκείες. Οι μεικτοί γάμοι πολλαπλασιάζονται. Αναγνωρίζεται η ισότητα ανδρών και γυναικών. Οι μειονότητες έχουν ίσα δικαιώματα που πρέπει να γίνονται σεβαστά. Καμιά κοινωνία δεν μπορεί πλέον να ζει απομονωμένη από τις υπόλοιπες γειτονιές του παγκόσμιου γήινου χωριού. Και οι νομοθεσίες μας έχουν εξελιχθεί για να συμπεριλάβουν την προστασία και την ανοχή του ξένου, του αλλόθρησκου, του μειονοτικού, του διαφορετικού. Χωρίς, ωστόσο να ξεπερνιούνται ορισμένα όρια που έχουν να κάνουν με ακραίες αντικοινωνικές συμπεριφορές καταδικαστέες σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες.
Συχνά βέβαια, λόγω χρόνιας καταπίεσης το διαφορετικό εκδηλώνεται προκλητικά και θέλει να επιβληθεί ακόμη και με τη βία. Κάποτε αυτό ίσχυε για τους μαύρους. Για τις γυναίκες που διεκδικούσαν δικαίωμα ψήφου. Για τους δούλους. Και για άλλες μειονότητες που ζούσαν σε καθεστώς καταπίεσης. Σήμερα το άρθρο 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπει ότι «απαγορεύεται κάθε διάκριση ιδίως λόγω φύλου, φυλής, χρώματος, εθνοτικής καταγωγής ή κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών, γλώσσας, θρησκείας ή πεποιθήσεων, πολιτικών φρονημάτων ή κάθε άλλης γνώμης, ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας, περιουσίας, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού».
Η αποδοχή του «διαφορετικού» είναι δύσκολη, ιδίως όταν κάποιος έχει μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον που δεν ανέχεται παρά ορισμένες μόνο συμπεριφορές - απορρίπτοντας, μετά βδελυγμίας μάλιστα, κάθε τι αντίθετο. Είναι καιρός να ωριμάσουμε ως κοινωνία και να μάθουμε να αποδεχόμαστε τους «άλλους» και τους «διαφορετικούς». Δεν κινδυνεύουμε. Δεν κινδυνεύουν οι αξίες μας. Δεν κινδυνεύει ο πολιτισμός μας. Και αν είναι ανώτερος, όπως πιστεύουμε, δεν χρειάζεται να τον επιβάλουμε με τη βία.