και τα παλιά τα σπίτια τα γκρεμίσαν.
Κι ο αριθμός του τηλεφώνου σ' ο παλιός
του πρόσθεσαν ψηφία ή τον κλείσαν.
Το μαγαζάκι όπου ψώνιζες ψωμί
νοικιάζει τώρα τσόντες και ταινίες.
Και τ' αγριόχορτα λιπαίνουνε μαζί
παλιοί καλοί σου γείτονες και όμορφες κυρίες …
Δεν γυρίζεις ποτέ στα παλιά σου λημέρια …
Παλιοί γνωστοί που ήξερες καλά,
για τις μεγάλες διακοπές έχουν για πάντα φύγει.
Κι από τους κήπους τα καλά λαχανικά
ξερόχορτα γινήκανε να κατουράν οι σκύλοι!
Τα λεωφορεία μ' άλλο χρώμα κι αριθμό
αφετηρία τους αλλάξανε και τέρμα.
Δρόμοι, αεροδρόμια, βαγόνια του μετρό
γεράσανε, πληθύνανε κι όλα σου μοιάζουν ξένα!
Δεν γυρίζεις ποτέ στα παλιά σου λημέρια …
Όλοι οι παλιοί σου δάσκαλοι σ' αγγέλους πια διδάσκουν
και κυνηγούν τα σύννεφα κάποιοι παλιοί σου φίλοι.
Τ' αστέρια πια διατάζουνε να σβήσουν και ν' ανάψουν
καραβανάδες που 'ψηναν ψάρια πολλά στα χείλη.
Δυο τρία δένδρα έμειναν μεσ' στις αυλές μονάχα
ψηλώνοντας ακλόνητα ίσια στους ουρανούς.
Τα σύννεφα αγναντεύοντας νομίζοντας πως τάχα
είναι παλιοί τους σύντροφοι που φύγαν με καπνούς
Πόσο πολύ αλλάξανε όλα μας τα λημέρια;
Πόσο πολύ αλλάξαμε αλίμονο κι εμείς …
Αθήνα, Απρίλιος 2014