Τα δεξαμενόπλοια που διασχίζουν τις Κρητικές θάλασσες απειλούν τις ακτές μας όσο και οι ενδεχόμενες υπεράκτιες εξορύξεις υδρογονανθράκων. Ευτυχώς μπορούμε να λάβουμε μέτρα πρόληψης και πρόβλεψης …
(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Χανιώτικα Νέα στις 27 Νοεμβρίου 2018 στη στήλη Προστασία του Πολίτη και Καθημερινότητα-354)
Πολλά έχουν ακουστεί και γραφεί για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τις ενδεχόμενες εξορύξεις υδρογονανθράκων στο Νότιο Κρητικό Πέλαγος. Από τη μια οι δικαιολογημένες ενστάσεις των οικολόγων για τις πράγματι καταστρεπτικές συνέπειες από ένα ατύχημα στις εξέδρες άντλησης ανοικτής θάλασσας με βάση την διεθνή εμπειρία από παρόμοια ατυχήματα στο παρελθόν.
Από την άλλη, οι υποστηρικτές της εκμετάλλευσης του ελληνικού ορυκτού πλούτου που θεωρούν, και σωστά, ότι η εκμετάλλευση των ορυκτών μας πόρων θα συμβάλλει στην οικονομική ανάκαμψη της χώρας. Με την προϋπόθεση να τηρηθούν οι προδιαγραφές και τα μέτρα ασφαλείας και πρόληψης που προβλέπονται από το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη διεθνή καλή πρακτική.
Ωστόσο, αυτός ο διάλογος θα πρέπει να λάβει υπόψη του και μερικά ακόμη στοιχεία, όπως αυτά που αναφέρθηκαν στην ημερίδα για την Επιχειρησιακή Ωκεανογραφία που οργάνωσε πριν λίγες μέρες το Εργαστήριο Παράκτιας και Θαλάσσιας Έρευνας, του Ινστιτούτου Υπολογιστικών Μαθηματικών, του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΤΕ) στο Ηράκλειο.
Πετρέλαιο. Αν συμβουλευτεί κάποιος το διαδικτυακό σύστημα
marinetraffic.com για την παρακολούθηση πλοίων σε πραγματικό χρόνο θα διαπιστώσει ότι γύρω από τις ακτές της Κρήτης κυκλοφορούν καθημερινά πολυάριθμα εμπορικά πλοία. Όλα μεταφέρουν πετρέλαιο για τις μηχανές τους. Μερικά από αυτά είναι
δεξαμενόπλοια που μεταφέρουν πετρέλαιο από τη Μέση Ανατολή ή πετρελαϊκά προϊόντα για τελική χρήση από τους καταναλωτές.
Μερικά από αυτά μπορούν να μεταφέρουν πολλές δεκάδες χιλιάδες τόνους ακατέργαστου πετρελαίου ή παραγώγων του (π.χ. όσα έχουν περάσει από τη
διώρυγα του Σουέζ μπορούν να μεταφέρουν μέχρι 160.000 τόνους). Αρκετά ξεφορτώνουν στην Κρήτη τροφοδοτώντας δεξαμενές καυσίμων όπως για παράδειγμα στον Άγιο Ονούφριο στα Χανιά, απέναντι από τους Καλούς Λιμένες στα νότια του Ηρακλείου και στα Λινοπεράματα. Εγκαταστάσεις που επιπλέον υπάγονται στις ρυθμίσεις της οδηγίας Σεβέζο για τα βιομηχανικά ατυχήματα.
Τα πιθανά θαλάσσια ατυχήματα κοντά σε αυτές τις εγκαταστάσεις θα έχουν επιπτώσεις παρόμοιες με εκείνες των ατυχημάτων σε εξέδρες άντλησης πετρελαίου. Ένα τέτοιο ατύχημα με μικρό σχετικά δεξαμενόπλοιο (το
Αγία Ζώνη ΙΙ με φορτίο μόλις 3.000 τόνους) δημιούργησε πέρσι τεράστια προβλήματα στον Σαρωνικό κόλπο.
Πέρα όμως από τα πιθανά ατυχήματα, ορισμένα δεξαμενόπλοια συμβάλλουν στην ρύπανση της θάλασσας ελευθερώνοντας εκπλύματα φορτίου, καθαρίζοντας δηλαδή τις άδειες δεξαμενές τους στο ανοικτό πέλαγος. Δημιουργούν έτσι
πετρελαιοκηλίδες που φτάνουν κάποια στιγμή και στις ακτές μας. Ευτυχώς αυτές οι λειτουργικές διαρροές εντοπίζονται δορυφορικά με εργαλεία που διαθέτει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια στη Θάλασσα (
EMSA). Κι επειδή οι παραβάτες αντιμετωπίζουν σοβαρές κυρώσεις το φαινόμενο σταδιακά περιορίζεται.
Τέλος, μπορεί μεν η ελληνική ειδησεογραφία να επικεντρώνεται στις έρευνες υδρογονανθράκων στην Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά θα πρέπει να γνωρίζουμε πως ήδη λειτουργούν
υπεράκτιες εξέδρες άντλησης πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Αίγυπτο και τη Λιβύη. Μάλιστα, με βάση τα προγράμματα εξερεύνησης προβλέπεται να λειτουργήσουν και αρκετές ακόμη σε άλλα σημεία της Ανατολικής Μεσογείου. Όλες αυτές κινδυνεύουν από κάποιο ατύχημα, το οποίο αν είναι μεγάλο σίγουρα θα επηρεάσει και την Κρήτη.
Πρόληψη και πρόβλεψη. Ευτυχώς, υπάρχει σήμερα εκτεταμένη εμπειρία στον τομέα της ασφάλειας της υπεράκτιας εξόρυξης υδρογονανθράκων. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θεσπίσει νομοθεσία (
οδηγία 2013/30/ΕΕ, Νόμος 4409/2016) για την ασφάλεια των υπεράκτιων εργασιών πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Παράλληλα, το
Εργαστήριο Παράκτιας και Θαλάσσιας Έρευνας του ΙΤΕ σχεδιάζει να επεκτείνει τις δραστηριότητες μοντελοποίησης της Ανατολικής Μεσογείου. Υπάρχει ήδη ερευνητική εμπειρία όσον αφορά την αξιοποίηση δορυφορικών δεδομένων για την κατασκευή μοντέλων που προβλέπουν τα θαλάσσια ρεύματα, την αλατότητα, την θερμοκρασία του αέρα, την ατμοσφαιρική πίεση, την ταχύτητα του ανέμου και το ύψος των κυμάτων.
Οι παραπάνω προβλέψεις συνδυάζονται με πραγματικές μετρήσεις από παράκτιους σταθμούς και πλωτήρες για να διορθωθούν και να ρυθμιστούν τα μοντέλα ώστε να δίνουν πιο αξιόπιστα αποτελέσματα. Με βάση τα διορθωμένα αυτά μοντέλα είναι δυνατόν να γίνουν καλύτερες προβλέψεις έτσι ώστε να ενισχυθεί η ασφάλεια των εργασιών στην ανοικτή θάλασσα, οι επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης, η αντιμετώπιση πετρελαιοκηλίδων, η παρακολούθηση της ποιότητας του νερού, η εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (π.χ. της διάβρωσης των ακτών) και τέλος η κατάρτιση σεναρίων όσον αφορά τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Άλλα μοντέλα αφορούν την
συμπεριφορά των πετρελαιοκηλίδων που θα προκύψουν σε περίπτωση ατυχήματος (π.χ. διαρροή στη βάση της εξέδρας άντλησης) σε συνδυασμό με τις φυσικοχημικές διεργασίες μετασχηματισμού που περιορίζουν την ρύπανση. Οι διεργασίες αυτές εξαρτώνται από την σύνθεση του πετρελαίου και είναι αρχικά η εξάπλωση, η εξάτμιση, η διασπορά, η γαλακτωματοποίηση, η διάλυση και η μετακίνηση.
Σε επόμενο στάδιο ακολουθούν η φωτοοξείδωση, η καταβύθιση και η βιοδιάσπαση, διεργασίες που καθορίζουν την τελική τύχη του πετρελαίου στο θαλάσσιο περιβάλλον. Ταυτόχρονα, υπάρχει δυνατότητα και ανθρώπινης παρέμβασης με πλωτά φράγματα και διατάξεις άντλησης, χημικά διασκορπιστικά, επιτόπου καύση, βιοαποκατάσταση (με τη χρήση μικροοργανισμών) και τέλος με τη χρήση υλικών ρόφησης (που απορροφούν το πετρέλαιο και απωθούν το νερό).
Όσον αφορά τέλος τους κινδύνους λόγω της
σεισμικότητας στην περιοχή εξόρυξης, να υπενθυμίσουμε ότι από τη στήλη αυτή έχουμε αναφέρει τις σχετικές προτάσεις της Αμερικανικής Ακαδημίας Επιστημών για την πρόληψη της πιθανότητας πρόκλησης σεισμικότητας από ενεργειακές τεχνολογίες (βλ.
Χ.Ν. 12/11/2013).
Συμπέρασμα. Το μόνο λογικό επιχείρημα που ίσως να δικαιολογεί την αντίθεση στην εξόρυξη υδρογονανθράκων, αφορά τις επιπτώσεις του παραγόμενου διοξειδίου του άνθρακα στην κλιματική αλλαγή. Ωστόσο, ακόμη και η προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αντιμετωπίζει συχνά
ισχυρές αντιδράσεις …