(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Χανιώτικα Νέα στις 10 Μαρτίου 2015 στη στήλη Προστασία του Πολίτη και Καθημερινότητα-191)
Διαβάζω για τις καταστροφές πανάρχαιων μνημείων που προκαλεί ο στρατός του Ισλαμικού Κράτους του Ιράκ και της Συρίας (ISIS) στο όνομα της θρησκείας. Μνημεία που έχουν ενταχθεί στον κατάλογο των μνημείων της παγκόσμιας κληρονομιάς της Ουνέσκο καταστρέφονται με μπουλντόζες. Πολιτιστικοί θησαυροί σε μουσεία θρυμματίζονται και χιλιάδες βιβλία σε δύο τουλάχιστον βιβλιοθήκες στη Μοσούλη παραδόθηκαν στην πυρά.
Το 1871, λίγους μήνες μετά την ήττα της Γαλλίας στον γαλλοπρωσικό πόλεμο, ξέσπασε στο Παρίσι η εξέγερση της Κομμούνας που διήρκεσε από το Μάρτιο ως το Μάιο. Η εθνοσυνέλευση είχε προλάβει να μετακομίσει στις Βερσαλλίες και ο λαός ξεσηκώθηκε εκλέγοντας νέο δημοτικό συμβούλιο και ανακηρύσσοντας την Κομμούνα του Παρισιού. Η νέα αρχή έλαβε μέτρα υπέρ των εργατών, παγώνοντας τα ενοίκια, απαγορεύοντας στα ενεχυροδανειστήρια να πουλούν κατασχεθέντα προϊόντα, κρατικοποιώντας την εκκλησιαστική περιουσία, κηρύσσοντας χρεοστάσιο και καταργώντας τους τόκους.
Αντιστεκόμενοι στην ανακατάληψη του Παρισιού από τις δυνάμεις της εκλεγμένης εθνοσυνέλευσης, οι κομμουνάροι κατέστρεψαν μια σειρά από κυβερνητικά κτήρια, μεταξύ των οποίων η αυτοκρατορική βιβλιοθήκη του Λούβρου, τα ανάκτορα του Κεραμικού και το Δημαρχείο με ολόκληρη τη βιβλιοθήκη και τα αρχεία.
Ο Βίκτωρ Ουγκώ, που είχε επιστρέψει στο Παρίσι το 1870 μετά από πολύχρονη εξορία, βρισκόταν στο Βέλγιο όταν ξέσπασε η εξέγερση της Κομμούνας την οποία ως σοσιαλιστής υποστήριζε. Επειδή τάχθηκε υπέρ της αμνήστευσης των κομμουνάρων απελάθηκε από το Βέλγιο και γύρισε στη Γαλλία στο τέλος του 1871 μετά από περιπλάνηση λίγων μηνών στο Λουξεμβούργο. Σε αυτή την περίοδο ολοκλήρωσε μια ποιητική συλλογή με τίτλο Το Φοβερό Έτος (L'Année terrible) εμπνευσμένη από τα τρομερά γεγονότα που είχαν προηγηθεί.
Από αυτή τη συλλογή ξαναμετέφρασα ένα ποίημα με τίτλο Τις πταίει; (A qui la faute ?) το οποίο νομίζω ότι είναι εξαιρετικά επίκαιρο …
Ο ποιητής: Μόλις πυρπόλησες τη βιβλιοθήκη;
Ο εμπρηστής: Ναι. Της έβαλα μπουρλότο.
Ο ποιητής: Μα είναι έγκλημα πρωτοφανές! Έγκλημα κατά του ίδιου σου του εαυτού άθλιε! Σκότωσες την ηλιαχτίδα της ψυχής σου! Μόλις έσβησες τον πυρσό που σου έδειχνε το δρόμο! Αυτό που σαν τρελός και λυσσασμένος τόλμησες να κάψεις, είναι περιουσία, θησαυρός, προίκα, κληρονομιά σου! Τα βιβλία, εχθροί του άρχοντα, είναι το πλεονέκτημά σου. Τα βιβλία που πάντα πήραν το μέρος σου και σε υπεράσπισαν.
Η βιβλιοθήκη είναι μια εκδήλωση πίστης των γενεών που, μέσα από το σκοτάδι της νύχτας, μαρτυρούν πως το ξημέρωμα δεν θ’ αργήσει. Αν είναι δυνατόν! Μέσα στης αλήθειας το αξιοσέβαστο απόθεμα, στ’ αριστουργήματα που βρίθουν από κεραυνούς και λαμπρό φως, σ’ αυτό το αιώνιο αρχείο που διαφυλάττει το χρόνο, στις περασμένες εποχές, στους αρχαίους, στην ιστορία, στο παρελθόν που συλλαβίζει το μέλλον, σ’ αυτό που άρχισε κάποτε για να μην τελειώσει ποτέ, Στους ποιητές! Αν είναι δυνατόν, μέσα σ’ αυτή την άβυσσο των γραφών σ’ αυτή τη θεία συλλογή από φοβερά έργα του Αισχύλου, του Ομήρου, του Ιώβ, που όρθιοι ατενίζουν τον ορίζοντα, στα έργα του Μολιέρου, του Βολταίρου και του Καντ, μέσα στη λογική, πετάς άθλιε έναν αναμμένο δαυλό!
Κι όλο το ανθρώπινο πνεύμα το κάνεις καπνό! Λησμόνησες λοιπόν πως ελευθερωτής σου, είναι το βιβλίο; Που στέκεται πάνω στο βάθρο, που λάμπει, που φεγγοβολά και φωτίζει για να καταστρέψει το ικρίωμα, τον πόλεμο, την πείνα. Φωνάζει, ποτέ πια σκλάβοι, ποτέ πια δουλοπάροικοι.
Άνοιξε ένα βιβλίο. Τον Πλάτωνα, τον Μίλτωνα, τον Μπεκαριά§. Διάβασε αυτούς τους προφήτες, τον Δάντη, τον Σαίξπηρ, τον Κορνέιγ. Για να νοιώσεις μέσα σου να ξυπνά η δυνατή τους ψυχή. Να θαμπωθείς και να νοιώσεις όμοιος μ’ όλους αυτούς. Να γίνεις διαβάζοντάς τους σοβαρός, σκεπτικός και πράος.
Να νοιώσεις στο πνεύμα σου τους μεγάλους αυτούς ανθρώπους να μεγαλώνουν, να σε διδάξουν όπως η αυγή φωτίζει το μοναστήρι. Και καθώς στην καρδιά σου θα βυθίζεται όλο και πιο πολύ η ζεστή τους ακτίνα θα σε ηρεμεί και θα σου δίνει ζωή. Η ψυχή σου θα είναι έτοιμη να τους απαντήσει. Θα καταλάβεις την αγαθότητα, την καλοσύνη, θα νοιώσεις να λιώνουν σαν τα χιόνια στην φωτιά, ο εγωισμός, η οργή, το κακό, οι προκαταλήψεις, οι βασιλιάδες, οι αυτοκράτορες!
Γιατί πρώτα αποκτά ο άνθρωπος σοφία. Και μετά ελευθερία. Κι όλο αυτό το φως, είναι δικό σου, γι’ αυτό κατάλαβε πως από μόνος σου το σβήνεις! Αυτά που ονειρεύεσαι θα τα βρεις στα βιβλία. Τα βιβλία που μπαίνοντας στη σκέψη σου λύνουν τα δεσμά που κρατούν το λάθος με την αλήθεια ανακατωμένα, γιατί κάθε συνείδηση είναι κι ένας γόρδιος δεσμός.
Το βιβλίο είναι ο φύλακας, ο οδηγός, ο φύλακάς σου. Θεραπεύει το μίσος σου, αφαιρεί την τρέλα σου. Να τι χάνεις, δυστυχώς με το λάθος σου! Το βιβλίο είναι ο δικός σου πλούτος! Είναι η γνώση, το δίκιο, η αλήθεια, η αρετή, το καθήκον, η πρόοδος, η λογική που διαλύει τα παραμιλητά. Κι εσύ όλα αυτά τα καταστρέφεις!
Ο εμπρηστής: Δεν ξέρω να διαβάζω.
§ Μπεκαριά (Cesare Beccaria, 1738 –1794): Ιταλός νομικός, φιλόσοφος και πολιτικός από τους πρώτους που καταδίκασαν τα βασανιστήρια και την ποινή του θανάτου, θεμελιωτής του κλάδου της εγκληματολογίας.