(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Χανιώτικα Νέα στις 13 Αυγούστου 2014 στη στήλη Προστασία του Πολίτη και Καθημερινότητα-164)
Περάσαμε μερικές μέρες στις Κυκλάδες. Σύρο και Τήνο. Ήλιος και αέρας άφθονος. Αλλά ανεκμετάλλευτα. Παλιά υπήρχαν κάποιοι ανεμόμυλοι για να αλέθουν το λιγοστό σιτάρι και τα άλλα δημητριακά. Στη Σύρο δυο ανεμογεννήτριες δεν λειτουργούν εδώ και καιρό λόγω έλλειψης συντήρησης. «Μόνο κάποιες που εγκατέστησαν ιδιώτες λειτουργούν» μας είπε ένας ταξιτζής. «Οι δυο που εγκατέστησαν κάποιες δημοτικές αρχές πριν από λίγα χρόνια δεν έχουν συντηρηθεί κι έχουν πάψει να λειτουργούν».
Θα μπορούσε να αναλύσει κάποιος την εικόνα αυτή αντιπαραβάλλοντας ιδεολογικά την ιδιωτική πρωτοβουλία από τη μια και την κρατική ή μάλλον τη συλλογική αδιαφορία από την άλλη. Στείρα αντιπαράθεση κατά τη γνώμη μου αν αναλογιστεί το θαυμάσιο θέατρο της Σύρου, το Δημαρχείο του νησιού κι άλλα ανακαινισμένα κτήρια. Νομίζω ότι όταν οι συλλογικότητες αντιληφθούν κάποια πραγματική ανάγκη ενεργούν τα δέοντα. Πολύ περισσότερο όταν αντιληφθούν κάποιον επερχόμενο κίνδυνο που απαιτεί την ανάληψη άμεσης κοινής δράσης.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο κίνδυνος τον οποίο δεν έχει ακόμη αντιληφθεί το κοινωνικό σύνολο έχει να κάνει με τη διασφάλιση της τροφοδοσίας μας σε ενέργεια και την ενεργειακή μας ανεξαρτησία. Όσο κι αν θέλουν τα μέσα ενημέρωσης να μας πείσουν για τα τεράστια κοιτάσματα υδρογονανθράκων που υπάρχουν στα νότια της Κρήτης και στο Ιόνιο, η δυνατότητα εκμετάλλευσής τους στην πράξη θα επιβεβαιωθεί αφού περάσουν αρκετά χρόνια, για να μην πούμε δεκαετίες.
Όμως ο ήλιος κι ο αέρας είναι πάντα μαζί μας. Οι πρόγονοί μας τους εκμεταλλεύτηκαν έξυπνα στήνοντας ανεμόμυλους. Σήμερα οι παλιοί μύλοι έχουν γίνει αξιοθέατα και βίλες ή ενοικιαζόμενα διαμερίσματα για τους τουρίστες. Ευτυχώς κάποια θερμοκήπια σώζουν την κατάσταση παράγοντας φρούτα και λαχανικά για τις εντόπιες και τις διεθνείς αγορές. Στις περισσότερες στέγες καμαρώνουν οι ηλιακοί θερμοσίφωνες που ζεσταίνοντας το νερό με την ηλιακή ενέργεια εξοικονομούν όχι μόνο χρήμα αλλά και τα αέρια του θερμοκηπίου που θα προέκυπταν αν καίγαμε ορυκτά καύσιμα ή βιομάζα για την παραγωγή αυτού του ζεστού νερού. Και κάποιες σύγχρονες εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών σε στέγες ή και σε χωράφια, δείχνουν ότι όταν η πολιτεία επιδοτήσει κάποιους κλάδους, υπάρχουν πάντα δραστήριοι άνθρωποι που θα εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες.
Θα μπορούσαμε να καλύψουμε τις ενεργειακές μας ανάγκες εκμεταλλευόμενοι τον ήλιο και τον αέρα; Σίγουρα ναι. Όχι όλες βέβαια αλλά ένα μεγάλο μέρος. Και φυσικά όχι με μεγάλες κεντρικές εγκαταστάσεις αλλά σε ατομικό επίπεδο ή σε επίπεδο συγκροτήματος ή μικρού χωριού. Αξιοποιώντας όλες τις τοπικά διαθέσιμες πηγές ενέργειας αλλά φροντίζοντας ταυτόχρονα και για την εξοικονόμηση ενέργειας μέσω της βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης κτηρίων, μηχανημάτων και συσκευών. Αυτός είναι ένα από τους μείζονες στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της για το έτος 2020. Που όμως μας αφορά όλους και σε ατομικό επίπεδο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η έλλειψη μόνωσης των κατοικιών. Τα παλιά πετρόκτιστα σπίτια στα χωριά που ήταν δροσερά το καλοκαίρι και μπορούσαν να ζεσταθούν με το τζάκι το χειμώνα αντικαταστάθηκαν μεταπολεμικά από φτηνές κατασκευές που δεν ελάμβαναν καθόλου υπόψη τον παράγοντα ενέργεια. «Φτάσαμε να χρησιμοποιούμε σώματα καλοριφέρ μεγαλύτερων διαστάσεων από εκείνα που χρησιμοποιούνται στη Νορβηγία», μου έλεγε πριν λίγο καιρό ένας φίλος μηχανολόγος μηχανικός που έχει εξειδικευτεί στις μονώσεις και τη θέρμανση.
Το πετρέλαιο ήταν φτηνό. Όλοι βάλαμε κεντρική θέρμανση με πετρέλαιο. Όταν άρχισε να ακριβαίνει βάλαμε φυσικό αέριο που ήταν φτηνότερο. Η εξάρτησή μας από τους Άραβες μετατράπηκε σε ενεργειακή εξάρτηση από την Ρωσία. Φτάσαμε να αγοράζουμε ηλεκτρικό ρεύμα από την Αλβανία και τη Γιουγκοσλαβία αφού για το ζεστό νερό μας χρησιμοποιούσαμε ηλεκτρικούς θερμοσίφωνες. Όσοι μιλούσαν μόνωση και προσανατολισμό της κατοικίας θεωρούνταν γραφικοί. Αρχίσαμε να χρησιμοποιούμε το περίφημο φελιζόλ ενώ είχαμε πάντα στη διάθεσή μας τον πετροβάμβακα, το άχυρο, τα διάκενα αέρος.
Οι πετρελαϊκές κρίσεις μας αφύπνισαν εν μέρει. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες άρχισαν να κατασκευάζουν οχήματα που καταναλώνουν λιγότερα καύσιμα. Διατέθηκαν στην αγορά νέα μονωτικά υλικά και τα διπλά τζάμια. Οι νέες κατασκευές άρχισαν σιγά-σιγά να έχουν καλύτερες ενεργειακές επιδόσεις. Όμως οι παλιότερες κατασκευές, που είναι και οι περισσότερες συνεχίζουν να είναι εξαιρετικά ενεργοβόρες. Η άνοδος των τιμών του πετρελαίου σε συνδυασμό με την κρίση οδηγούν σε αδυναμία πληρωμής των καυσίμων θέρμανσης και στην χρήση βιομάζας, συχνά αμφιβόλου ποιότητας (χημικά κατεργασμένα ξύλα, βαμμένα κουφώματα, κλπ.) που γεμίζουν την ατμόσφαιρα με καρκινογόνους ρύπους επιβαρύνοντας το περιβάλλον – ιδίως στις μεγάλες πόλεις όπου τα κοινωνικά προβλήματα είναι μεγαλύτερα και τα ενεργοβόρα κτήρια περισσότερα.
Είναι προφανές ότι ο μακροπρόθεσμος ενεργειακός σχεδιασμός σε εθνικό επίπεδο είναι μια πολύπλοκη υπόθεση. Απαιτεί να ληφθούν υπόψη υποχρεώσεις με βάση την ενωσιακή νομοθεσία όπως ενίσχυση της εξοικονόμησης (με ανακύκλωση, μονώσεις, αποδοτικότερους κινητήρες), μείωση των εκπομπών των θερμοκηπιακών αερίων και εκτενέστερη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Με ταυτόχρονο περιορισμό της ενεργειακής μας εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και από πηγές τροφοδοσίας εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όμως πολλά από τα παραπάνω μπορούν να γίνουν όπως είπα σε ατομικό επίπεδο ή σε επίπεδο συγκροτήματος ή μικρού χωριού. Με σωστή μελέτη των τοπικών συνθηκών και εκτίμηση του κόστους και του προσδοκώμενου οφέλους. Μια σωστή μελέτη, από ανεξάρτητο μελετητή που δεν έχει άμεσο συμφέρον από την υιοθέτηση συγκεκριμένης τεχνολογικής λύσης, βρίσκει συχνά ευνοϊκή χρηματοδότηση από τους αρμόδιους φορείς. Ένα φωτεινό παράδειγμα αποτελεί ο Δήμος Ανάβρας Μαγνησίας που έχει αξιοποιήσει με επιτυχία διάφορες πηγές ενέργειας και έχει καταστεί παράδειγμα αειφορίας πετυχαίνοντας παράλληλα μηδενική ανεργία για τους κατοίκους του.
Μόνον έτσι μπορούμε να αξιοποιήσουμε τον ήλιο μας για την παραγωγή ενέργειας κι όχι μόνο πουλώντας τον στους τουρίστες … Ακόμη κι αν σε λίγα χρόνια το κρητικό πετρέλαιο κατακλύζει τις παγκόσμιες αγορές θα έχουμε πετύχει έναν σπουδαίο στόχο. Μια φιλική προς το περιβάλλον ανάπτυξη που θα μας έχει καταστήσει ενεργειακά ανεξάρτητους!