(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Χανιώτικα Νέα στις 21 Οκτωβρίου 2014 στη στήλη Προστασία του Πολίτη και Καθημερινότητα-174)
Ναι, αυτό το παιδικό ποίημα για τη σημαία του Ιωάννη Πολέμη είναι στη σκέψη μου τον τελευταίο καιρό. Το μαθαίναμε στο σχολείο και το επαναλαμβάναμε στις εθνικές γιορτές. 25η Μαρτίου και 28η Οκτωβρίου. Μαθαίναμε κι άλλα πατριωτικά ποιήματα. Μάλιστα, ο δάσκαλός μας, που στην Αλβανία είχε χάσει το πόδι του και κυκλοφορούσε με ξύλινο πόδι και μπαστούνι, μου ανέθετε κάθε χρόνο να απαγγείλω ένα ποίημα κατά την κατάθεση του παραδοσιακού στεφάνου στο ηρώο των πεσόντων.
«Μα», θα με ρωτήσετε, «τι σχέση έχει με την προστασία του πολίτη ένα παιδικό ποίημα για τη σημαία;» Νομίζω πως έχει και πολύ μάλιστα. Η σημαία συμβολίζει την πατρίδα μας. Όταν οι διεθνείς μας παίζουν ποδόσφαιρο ή μπάσκετ είναι ραμμένη στις μπλούζες τους. Όταν οι αθλητές μας νικήσουν σε αγώνες δρόμου, στο άλμα, στο κολύμπι, η σημαία μας κυματίζει ενώ ακούγεται ο εθνικός μας ύμνος.
Κάθε πρωί που πηγαίνω στη δουλειά, τη βλέπω να κυματίζει όταν περνώ μπροστά από το Προεδρικό Μέγαρο. Και στα κτήρια που στεγάζουν υπουργεία και υπηρεσίες. Στο σχολείο αλλά και στους προσκόπους κάναμε έπαρση σημαίας πριν από κάθε εκδήλωση. Χωρίς να ακουμπήσει κάτω. Να την ατενίσουμε σε στάση προσοχής. Και μετά την υποστολή, η σημαία έπρεπε να διπλωθεί με σεβασμό.
Θυμάμαι, μια φορά που ήμουν τιμητικό άγημα στην υποστολή της σημαίας σε ένα τζαμπορέτο ενωμοταρχών στο όρος Πατέρας. Τη στιγμή που ψέλναμε τον εθνικό ύμνο και κατέβαινε σιγά-σιγά η σημαία, άρχισε να με τριγυρίζει μια τεράστια άγρια σφήκα. Ένας μπούμπουρας. Μ’ έσωσε η υποχρεωτική ακινησία της στιγμής. Ο σεβασμός στη σημαία. Κι από τότε δεν φοβάμαι ούτε σφήκες, ούτε μέλισσες, ούτε μπούμπουρες. Περιμένω ακίνητος να με μυρίσουν. Και ν’ αποφασίσουν ότι δεν τους ενδιαφέρω …
Θυμάμαι ακόμη πόσο περήφανοι είμαστε σημαιοφόρος και τιμητική φρουρά όταν συμμετείχαμε στις παρελάσεις στις εθνικές γιορτές. Φορούσα θυμάμαι κανονική φουστανέλα, με τις εκατοντάδες λωρίδες που την έκαναν πεντάβαρη. Δεν ήξερα τότε ότι την είχε φορέσει ο παππούς μου στους βαλκανικούς πολέμους. Κι ένας προπάππος στην Ελληνική Επανάσταση. Όμως ένοιωθα περήφανος που συνόδευα τη σημαία για την οποία είχαν δώσει τη ζωή τους τόσοι και τόσοι ήρωες.
Για την οποία, όπως προείπα, είχε μείνει και χωρίς πόδι στο μέτωπο της Αλβανίας ο δάσκαλός μας. Ο μακαρίτης ο Παναγιώτης ο Θεοδωρόπουλος, έφεδρος ανθυπολοχαγός το 1940 είχε χάσει το πόδι του από τα κρυοπαγήματα στον πόλεμο. Όπως στην Αλβανία είχε πολεμήσει κι ο μακαρίτης ο πεθερός μου, ο Μανώλης Ι. Σταγάκης. Που τραυματίστηκε από θραύσμα οβίδας και δεν σκοτώθηκε επειδή είχε διπλώσει σωστά την κουβέρτα και τα υπόλοιπα πράγματά του στο σακίδιο του. Ως περήφανος κρητικός μάλιστα δεν καταδέχτηκε ποτέ να ζητήσει την αναπηρική σύνταξη που δικαιούνταν από την πολιτεία. Γιατί δεν τον απασχολούσε τι θα έκανε η πατρίδα γι’ αυτόν αλλά τι θα έκανε αυτός για την πατρίδα.
Ένα σύμβολο είναι η σημαία. Ένα γαλάζιο πανάκι. Που ανυψώνεται και φτάνει δοξασμένο στο αιθέρα! Ένα σύμβολο που ταυτίζεται με την πατρίδα, με την ιστορία του τόπου, με τις προσδοκίες για το μέλλον. Γι’ αυτό και όση χαρά νοιώθω κάθε φορά που βλέπω μια σωστή, καθαρή, όμορφη σημαία άλλη τόση λύπη νοιώθω όταν την βλέπω κουρελιασμένη, σκισμένη, βρομισμένη.
Και φαίνεται ότι πολλοί πατριώτες δεν νοιάζονται για τις σκισμένες σημαίες που ανεμίζουν κουρελιασμένες πάνω από σπίτια και μαγαζιά. Πάνω από καφενεία και χώρους συνάντησης. Μερικές φορές και σε δημόσια κτήρια … Προσωπικά πιστεύω ότι όποιοι από άγνοια, από αμέλεια, από αδιαφορία αφήνουν να κυματίζει μια κουρελιασμένη σημαία στο σπίτι ή στο μαγαζί τους συμβάλλουν χωρίς ίσως να το καταλαβαίνουν στην κατάπτωση του ηθικού της πατρίδας.
Γιατί, αν θέλουμε την Ελλάδα να ξεφύγει από την σημερινή κρίση, θα πρέπει να βάλουμε πάνω από τα προσωπικά μας μικροσυμφέροντα το συμφέρον της χώρας. Όπως το έβαλαν άλλοι λαοί σε περιόδους δυσκολίας και δυστυχίας. Όπως το έκαναν και πολλοί συμπολίτες μας σε άλλες εποχές όταν προσέφεραν εθελοντική εργασία για να ανοίξουν δρόμους στα χωριά τους. Για να κτίσουν σχολεία και εκκλησίες. Για να επισκευάσουν βρύσες και άλλα έργα υποδομής. Τις εποχές που οι πατριώτες σκεπτόταν τι μπορούν να κάνουν αυτοί για την πατρίδα τους κι όχι τι μπορεί να κάνει η πατρίδα τους γι’ αυτούς.
Αλλά είναι και κάτι ακόμη που μου έχει κάνει εντύπωση. Σε όσες χώρες έχω πάει, πουθενά δεν έχω συναντήσει σχισμένες σημαίες σε ιδιωτικά κτήρια. Η σημαία αναρτάται μόνο σε δημόσια κτήρια και στα ιδιωτικά σε εθνικές εορτές ή σε άλλες επίσημες εκδηλώσεις. Δεν προσφέρεται για φτηνή επίδειξη πατριωτισμού. Και το κυριότερο, δεν είναι ποτέ σκισμένη. Ποτέ κουρελιασμένη. Πάντα καθαρή και σωστή. Θυμάμαι, στην Τουρκία, όταν γυρίζαμε σε χωριά και στην επαρχία. Σημαίες είχαν μόνο τα δημόσια κτήρια. Τα σχολεία. Οι υπηρεσίες. Ακόμη και μερικά μουσεία. Ποτέ τα μεμονωμένα σπίτια …
Και μη μου πείτε ότι η σημαία είναι απλώς ένα σύμβολο χωρίς αξία. Καθημερινά ακούμε για «συμβολικές» καταλήψεις δημόσιων χώρων ή γραφείων. Για «συμβολικές» διαμαρτυρίες. Για «συμβολικούς» αποκλεισμούς λιμανιών ή δρόμων. Άρα ως κοινωνία δεν έχουμε απαρνηθεί την σημασία των συμβόλων. Γιατί λοιπόν καταρρακώνουμε ένα σύμβολο που αντιπροσωπεύει την ίδια μας την πατρίδα; Την οποία έτσι φαίνεται να μην σεβόμαστε, όταν απαιτούμε να την σέβονται οι ξένοι – φίλοι κι εχθροί.
Μήπως θα έπρεπε να αρχίσουμε να δείχνουμε τον σεβασμό προς την πατρίδα μας σεβόμενοι, το σημαντικότερο εθνικό μας σύμβολο, τη σημαία μας; Για να προστατεύσουμε την Ελλάδα μας από τους κινδύνους που την απειλούν. Τη ρύπανση και τα σκουπίδια. Την κακογουστιά και την αγένεια προς τους ξένους. Την επικίνδυνη οδήγηση που θέτει σε κίνδυνο τις ζωές των συμπολιτών μας. Από τους κινδύνους που απειλούν τα παιδιά μας. Από την αδιαφορία μας που συχνά απειλεί τους γεροντότερους…
Μόνον έτσι θ’ αποκτήσουν ξανά νόημα τα τελευταία λόγια του ποιήματος. «Νἆσαι πάντα δοξασμένη, ὦ Σημαία γαλανή!»