(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Χανιώτικα Νέα στις 19 Απριλίου 2016 στη στήλη Προστασία του Πολίτη και Καθημερινότητα-242)
Κάθε χρόνο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιεύει μιαν έκθεση παρακολούθησης της κατάστασης της παιδείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα, ανά τριετία, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) οργανώνει το Διεθνές Πρόγραμμα για την Αξιολόγηση των Μαθητών (γνωστό ως PISA, από το Programme for International Student Assessment). Με αυτό αξιολογούνται οι δεξιότητες στην κατανόηση κειμένου, στα μαθηματικά και στις φυσικές επιστήμες. Τελευταία, προστέθηκε και μια αξιολόγηση στις χρηματοοικονομικές γνώσεις και δεξιότητες αλλά οι σχετικές εξετάσεις διεξήχθησαν μόνο σε 13 από τις 34 χώρες μέλη του ΟΟΣΑ.
Οι εν λόγω εκθέσεις είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες γιατί προδιαγράφουν κατά μεγάλο μέρος την μελλοντική εξέλιξη της απασχόλησης και την πορεία της οικονομίας. Σήμερα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και γενικότερα, παρατηρείται μια αναντιστοιχία ανάμεσα στους ανέργους και στις δεξιότητες που ζητούνται στην αγορά εργασίας. Σε σχετική έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επισημαίνεται μάλιστα ότι «μειώνεται η ζήτηση των εργαζομένων με χαμηλά επίπεδα προσόντων, ενώ αυξάνεται σημαντικά η ζήτηση εργαζομένων με υψηλά επίπεδα προσόντων» ενώ προβλέπεται ότι «ένα μέρος των υφιστάμενων θέσεων εργασίας θα εξαφανιστεί ή θα ελαττωθεί σημαντικά λόγω της αυτοματοποίησης».
Θα πρέπει εδώ να υπενθυμίσουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει σημαντικές αρμοδιότητες στους τομείς της παιδείας και της επαγγελματικής κατάρτισης – μπορεί απλώς να οργανώνει «δράσεις για να υποστηρίζει, να συντονίζει ή να συμπληρώνει τη δράση των κρατών μελών». Παράλληλα, στον τομέα της απασχόλησης η Ένωση μπορεί «να διασφαλίζει τον συντονισμό των πολιτικών των κρατών μελών … ιδίως με τον καθορισμό κατευθυντήριων γραμμών».
Ωστόσο, η υποβαθμισμένη εκπαίδευση και η έλλειψη των δεξιοτήτων που απαιτεί η αγορά επηρεάζει αρνητικά την οικονομία και την ευημερία του τόπου. Οι έλληνες μαθητές συγκεντρώνουν βαθμολογία κάτω του μέσου όρου στην αξιολόγηση της PISA ενώ η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επισημαίνει μια σειρά από δυσλειτουργίες σε όλα τα επίπεδα της ελληνικής εκπαίδευσης. Οι συνεχείς μεταρρυθμίσεις, ο κεντρικός έλεγχος και ο περιορισμός της δυνατότητας πρωτοβουλίας των εκπαιδευτικών αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες. Παράλληλα, η εκπαίδευση δεν εξασφαλίζει την απόκτηση των απαιτούμενων προσόντων για την επαγγελματική αποκατάσταση των αποφοίτων.
Που θα πρέπει να επικεντρωθούν οι προσπάθειες δασκάλων, μαθητών και γονέων; Κατ’ αρχάς στην βελτίωση των βασικών δεξιοτήτων στους τομείς της ανάγνωσης και της γραφής, των μαθηματικών και των θετικών επιστημών. Παράλληλα, οι στόχοι που έχει θέση η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη για την βελτίωση της κατάστασης περιλαμβάνουν την εκμάθηση ξένων γλωσσών και την ανάπτυξη των επιχειρηματικών και των ψηφιακών δεξιοτήτων.
Για τις γλώσσες, ο στόχος είναι το 2020 οι μισοί μαθητές ηλικίας 15 ετών να γνωρίζουν μια ξένη πρώτη γλώσσα σε επίπεδο ανεξάρτητου χρήστη (Β2) και το 75% των μαθητών του γυμνασίου να μαθαίνουν και μια δεύτερη ξένη γλώσσα. Αξιοσημείωτη είναι εδώ η προσπάθεια των διοργανωτών του Κρατικού Πιστοποιητικού Γλωσσομάθειας να ανταποκριθούν στο πάγιο και καθολικό αίτημα σύνδεσης του ΚΠΓ με το πρόγραμμα διδασκαλίας των ξένων γλωσσών σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης. Κι αυτό ελπίζεται ότι θα υλοποιηθεί στο αμέσως επόμενο διάστημα, αν επαληθευτούν τα όσα μας ανακοίνωσε σε πρόσφατη ημερίδα στο Ζάννειο Πειραματικό Γυμνάσιο και Λύκειο στον Πειραιά η επίκουρη καθηγήτρια του Τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κα Ευδοκία Καραβά.
Σχετικά με τις ψηφιακές δεξιότητες τα πράγματα δεν είναι τόσο ρόδινα. Η Ελλάδα, είναι 23η ανάμεσα στις 28 χώρες της ΕΕ όσον αφορά την ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου στον τομέα αυτό και 25η όσον αφορά την χρήση του διαδικτύου. Το 2014 ένας στους τρεις έλληνες δεν είχε χρησιμοποιήσει ποτέ το διαδίκτυο ενώ καθημερινά δήλωνε ότι το χρησιμοποιούσε μόνον ένας στους δύο. Τέλος, το 2012 ένας στους δύο εργαζόμενους διέθετε πολύ λίγες ή και καμία ψηφιακή δεξιότητα. Είναι συνεπώς προφανές ότι χρειάζεται πολύ δουλειά στον τομέα αυτόν οι ελλείψεις στον οποίο επηρεάζουν αρνητικά την εξέλιξη της οικονομίας γενικότερα.
Ευτυχώς, καταβάλλεται μεγάλη προσπάθεια στο πλαίσιο του προγράμματος «Ψηφιακό σχολείο» που υλοποιείται σε στάδια. Η σχετική πλατφόρμα (http://dschool.edu.gr) περιλαμβάνει πρόσβαση σε ηλεκτρονικά διαδραστικά βιβλία και το Φωτόδενδρο, ένα σύστημα εναπόθεσης εκπαιδευτικού υλικού για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Περιλαμβάνει τέλος και ένα ολοκληρωμένο ψηφιακό περιβάλλον, ασφαλές αλλά ταυτόχρονα ανοικτό, για τη μάθηση, τη συνεργασία, την επικοινωνία και δικτύωση όλων των μελών της σχολικής κοινότητας.
Τέλος, όσον αφορά τις επιχειρηματικές δεξιότητες οι εκθέσεις για την παιδεία δεν περιλαμβάνουν σχετικές αναφορές. Όμως, σε μια πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ με τίτλο «Οι απόντες επιχειρηματίες 2015 – Πολιτικές για αυτοαπασχολούμενους και επιχειρηματίες» το 60% σχεδόν απάντησαν θετικά στην ερώτηση αν διαθέτουν τις γνώσεις και τις δεξιότητες για να αρχίσουν μια επιχείρηση – ποσοστό πολύ μεγαλύτερο από τον μέσο όρο της ΕΕ των 25 που ήταν σχεδόν 50%. Ιδιαίτερα ικανοποιητικό ήταν επίσης και το ποσοστό των νέων (18-30 ετών) που απάντησαν θετικά στο σχετικό ερώτημα.
Το τελικό συμπέρασμα το διατύπωσε πριν από πολλά χρόνια ο Λουκιανός ο Σαμοσατεύς, ένας Σύριος μετανάστης που έγραψε στην αττική διάλεκτο πλούσιους και σατιρικούς διαλόγους. «Τοῖς πλείστοις οὖν ἐδοξε παιδεία μέν καί πόνου πολλοῦ καί χρόνου μακροῦ καί δαπάνης οὐ μικρᾶς και τύχης δεῖσθαι λαμπρᾶς». Δηλαδή, οι περισσότεροι κατάλαβαν ότι η παιδεία είναι κοπιαστική, μακρόχρονη και κοστίζει – αλλά επιφυλάσσει και λαμπρή τύχη …